ENG
Όλοι οι συνθέτες
Πίσω στην αναζήτηση

Ξενάκης Ιάννης

#10, Γαλλία (1922–2001)
Αντιγραφή URL σελίδας

Ίσως ο κορυφαίος συνθέτης παγκοσμίως στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, ο Ιάννης Ξενάκης γεννήθηκε στις 29 Μαΐου του 1922, στη Βράιλα της Ρουμανίας. Πρωτότοκος γιος του Κλέαρχου Ξενάκη από τη Νάξο, λάτρη της όπερας και της Φωτεινής Παύλου, εξαιρετικής πιανίστριας από τη Λήμνο. Πήγε σε ρουμάνικο σχολείο και παράλληλα μελετούσε ελληνικά κάνοντας ιδιαίτερα μαθήματα. Το 1932 ο πατέρας του τον έστειλε στην Ελλάδα όπου συνέχισε τις σπουδές του στις Σπέτσες στην Αναργύριο και Κοργιαλένιο Σχολή μέχρι το 1938. Εκεί έκανε τα πρώτα μαθήματα αρμονίας και ήρθε σε επαφή με τη μουσική των Μπετόβεν, Μπραμς κ.ά. Μετά από δύο χρόνια προετοιμασίας, κατά την διάρκεια των οποίων μελέτησε επίσης αρχαία ελληνική λογοτεχνία και πιάνο, ξεκίνησε σπουδές στο Πολυτεχνείο (1940-46). Παράλληλα με τις πανεπιστημιακές σπουδές μελέτησε αρμονία και αντίστιξη με ένα μαθητή του Αλεξάντερ Σκριάμπιν, τον Αριστοτέλη Κουντούροφ.

Εμπνευσμένος από τον Πλάτωνα και το Μαρξ πήρε μέρος στην Αντίσταση κατά του Ναζισμού. Έγινε πολιτικός αρχηγός της ομάδας «Λόρδος Βύρων» και στο τέλος του 1944, στη διάρκεια του εμφυλίου, τραυματίστηκε από μια βόμβα που του κατέστρεψε το αριστερό του μάτι και παραμόρφωσε το πρόσωπό του. Το 1947 διέφυγε από την Ελλάδα με ψεύτικα χαρτιά και καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο. Πήγε πρώτα στην Ιταλία και αργότερα στο Παρίσι. Εκεί δούλεψε σαν αρχιτέκτονας με τον Λε Κορμπουζιέ από το 1948 ως το 1959. Συμμετείχε στον σχεδιασμό πολλών έργων: στον οικισμό της Nandes-Reser (1949), στο διαγωνισμό για την κατασκευή 800 κατοικιών στο Στρασβούργο, στο κτίριο του Κοινοβουλίου Chadigar στην Ινδία (1951), στο μοναστήρι της Touret (1953), στο στάδιο της Βαγδάτης και στο περίπτερο της Phillips στη Διεθνή Έκθεση των Βρυξελλών το 1958, για το οποίο δημιούργησε μια ηλεκτροακουστική σύνθεση.

Το 1950 ο Ξενάκης γνωρίζει τη μελλοντική του σύζυγο, την παρασημοφορημένη ηρωίδα της Γαλλικής Αντίστασης, Φρανσουά, που αργότερα έγινε διάσημη συγγραφέας, με την οποία παντρεύτηκε το 1953. Εκείνη την εποχή στράφηκε για ακόμη μια φορά στη μουσική. Το 1951 γνώρισε τον Ολιβιέ Μεσσιάν και παρακολούθησε μαθήματα σύνθεσης. Ο Μεσσιάν τον παρότρυνε να καλύψει τα μουσικά του κενά, όχι μέσω των τυπικών μουσικών σπουδών, αλλά εφαρμόζοντας τη μαθηματική και αρχιτεκτονική του εμπειρία στη μουσική. Αυτή ήταν μια κρίσιμη ενθάρρυνση που, σε μια περίοδο σύγχυσης, έδωσε στο Ξενάκη την αυτοπεποίθηση να ακολουθήσει την προσωπική του οδό. Στα πρώιμα έργα του εκείνης της εποχής προσπάθησε να συνδυάσει την ελληνική παραδοσιακή μουσική με τη δυτική μουσική: Εαρινή συμφωνία (1949- 50), Ζυγιά (1951), Αναστενάρια (1952-53) κλπ.

Στην προσπάθειά του να ξεφύγει από αυτό που έβλεπε ως αδιέξοδο της σειραϊκής μουσικής στη δεκαετία του 1950, ο Ξενάκης στράφηκε στα μαθηματικά και στην αρχιτεκτονική. Το πρώτο έργο – με το οποίο αποκηρύσσει τα προηγούμενα – που σηματοδοτεί την πρωτοποριακή αυτή κατεύθυνση που αργότερα θα ονομάσει «στοχαστική μουσική», είναι οι Μεταστάσεις (1954) για 61 όργανα. Το έργο αυτό, με το οποίο έγινε ευρύτερα γνωστός, χρησιμοποιεί μαζικά glissandi, δημιουργώντας την αίσθηση κινούμενων ηχητικών μαζών και είναι βασισμένο σε μια γραφική παράσταση παραβολοειδών υπερβολών. Ως αποτέλεσμα, η μελωδία εξαφανίζεται μέσα σε ένα σύνολο από κινούμενες ηχητικές επιφάνειες και οι επιμέρους φωνές των οργάνων δεν έχουν καμία σχέση με τις αντιστικτικές διαδικασίες που χρησιμοποιεί η τονική, η ατονική ή και η δωδεκαφθογγική μουσική.

Τα Πιθοπρακτά που ακολούθησαν ήταν η πρώτη απόπειρα του Ξενάκη να τυποποιήσει τη συνθετική τεχνική που είχε αρχίσει να εφαρμόζει με μαθηματικές θεωρίες, δημιουργώντας τη «στοχαστική μουσική». Στο έργο αυτό εφάρμοσε νόμους της θερμοδυναμικής που περιγράφουν τη συμπεριφορά ενός αερίου κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες (κατανομή Maxwell- Boltzmann), αντιστοιχώντας παραμέτρους της μουσικής με τη συμπεριφορά των μορίων ενός αερίου.

Ο όρος «στοχαστικός» γοήτευσε τον Ξενάκη λόγω της διττής σημασίας του, φιλοσοφικής και μαθηματικής. Από φιλοσοφική άποψη συνδέεται με το φιλοσοφικό «στοχασμό», ενώ στα μαθηματικά συνδέεται με την θεωρία των πιθανοτήτων και τον χρησιμοποίησε για πρώτη φορά ο Ελβετός Ζακ Μπερνούλι, αναφερόμενος στη συμπεριφορά φαινομένων «μεγάλων αριθμών».

Η θεωρία των «μεγάλων αριθμών», όπως αναπτύχθηκε από μεταγενέστερους επιστήμονες, εξηγεί ότι όσο πιο πολλά είναι κάποια φαινόμενα, τόσο περισσότερο τείνουν σε κάποιο συγκεκριμένο στόχο. Με αυτό το σκεπτικό, ο Ξενάκης κατευθύνθηκε σε μία «τυποποίηση» της μουσικής, με τη μαθηματική έννοια του όρου, εισάγοντας τον όρο «στοχαστική μουσική». Με τον όρο αυτό εννοούσε σε γενικές γραμμές τη μεταφορά στη μουσική των μαθηματικών θεωριών που σχετίζονται με τους νόμους των πιθανοτήτων, αλλά και άλλων μαθηματικών «νόμων» που περιγράφουν μαζικά φαινόμενα. Έτσι το ηχητικό υλικό διαμορφώνεται με στατικούς μέσους όρους «προς ένα στόχο» και εισάγεται το τυχαίο στη μουσική, όχι όμως με τον τρόπο που το έκαναν άλλοι συνθέτες εκείνη την εποχή αλλά με βάση τη θεωρία των πιθανοτήτων και τους νόμους της στατιστικής.Τις θεωρίες του αυτές αρχίζει να τις σχηματοποιεί δημοσιεύοντας σε συνέχειες το κείμενό του Elements de musique stochastique, τo οποίo συμπεριέλαβε τελικά μαζί με τη θεωρία του για την «μαρκοβιανή στοχαστική μουσική» στο βιβλίο του Musiques Formelles, το 1962, το οποίο κυκλοφόρησε και σε αναθεωρημένη αγγλική έκδοση το 1971.

Με αυτή τη λογική, ο Ξενάκης κατασκευάζει συνολικά ηχητικά συμβάντα , τα οποία αποτελούνται από ένα μεγάλο πλήθος μεμονωμένων ήχων, με βάση τους στοχαστικούς νόμους. Συνθέτει έναν κύκλο έργων το 1962, τα οποία αριθμεί με τα αρχικά “ST. Τα προηγούμενα έργα του τα κατέταξε στην κατηγορία της «ελεύθερης στοχαστικής μουσικής». Ως μεμονωμένα γεγονότα ενός μαζικού φαινομένου, που ορίζεται από στοχαστικούς νόμους, μπορούν να θεωρηθούν μοτίβα, ομάδες οργάνων, ηχοχρώματα, μορφολογικές δομές κ.ά. Για τους σχετικούς υπολογισμούς ο Ξενάκης άρχισε να χρησιμοποιεί ηλεκτρονικό υπολογιστή, κάτι που εντυπωσίασε ως πρωτοποριακό γεγονός για την εποχή. Η «μαρκοβιανή στοχαστική μουσική» σχετίζεται με τη θεωρία περί «στοχαστικών διαδικασιών» του μαθηματικού Αντρέι Μαρκόφ, γνωστή με το όνομα «μαρκοβιανές αλυσίδες».

Ο Ξενάκης εφαρμόζει ακόμα ένα πλήθος από μαθηματικές θεωρίες στο έργο του, όπως:

  • Η θεωρία συνόλων, την οποία εφάρμοσε στα έργα Έρμα και Εόντα
  • Η θεωρία των παιγνίων. Στα έργα που εφαρμόζει τη θεωρία αυτή (Duel και Stratégie), υπάρχουν δύο μαέστροι που αντιδρούν ο ένας στις επιλογές του άλλου. Είναι τα μόνα έργα του Ξενάκη στα οποία υπάρχει το στοιχείο του αυτοσχεδιασμού.
  • Η Άλγεβρα Μπουλ, σε συνδυασμό με τη θεωρία των συνόλων. Η θεωρία αυτή χρησιμοποιείται στα έργα Έρμα και Εόντα και ονομάζεται από τον Ξενάκη «Συμβολική μουσική».
  • Φόρμες οργανικής εξέλιξης - δενδροειδείς διακλαδώσεις, όπως αυτές εφαρμόστηκαν στα έργα Evryali και Erikthon.

Επίσης, ο Ξενάκης χρησιμοποίησε ένα πλήθος άλλων μαθηματικών θεωριών ανάμεσα στις οποίες περιλαμβάνονται: Ο τύπος του Πουασόν (για τις πυκνότητες των ηχητικών στοιχείων), η κινητική θεωρία των αερίων και ο νόμος των Μάξγουελ-Μπόλτσμαν-Γκάους (για τις κλίσεις των glissandi), η έννοια της χρυσής τομής και η ακολουθία Φιμπονάτσι (για τις μορφολογικές σχέσεις «εντός χρόνου»), οι νόμοι των συνεχών πιθανοτήτων (για διάρκειες, εντάσεις και άλλες μουσικές παραμέτρους «εκτός χρόνου»), αλγοριθμικές διαδικασίες, κίνηση Mπράουν κ.ά. Στο πλαίσιο αυτό ασχολήθηκε και με την ηλεκτρονική μουσική (συγκεκριμένη μουσική).

Μια άλλη κατηγορία έργων του Ξενάκη ήταν τα λεγόμενα «Πολύτοπα». Τα «Πολύτοπα» ήταν πολύτεχνα έργα του Ξενάκη, στα οποία η μουσική συνδυαζόταν με οπτικά ερεθίσματα σε συγκεκριμένους, ειδικά διαμορφωμένους χώρους. Ο όρος έχει και μαθηματική σημασία, λειτουργώντας ως αναφορά στα πολύτοπα της ευκλείδειας γεωμετρίας. Η διαμόρφωση της τοποθεσίας, η οποία ήταν συχνά κάποιος σημαντικός ιστορικός-αρχαιολογικός χώρος, είχε ως στόχο την αντίληψη μιας ξεχωριστής οπτικοακουστικής εμπειρίας από τους παρευρισκομένους, παράγοντας προσωρινές αρχιτεκτονικές δομές. Για το σκοπό αυτό επιστρατεύονταν τόσο ο ήχος, με ηχεία κατάλληλα τοποθετημένα σε διάφορα σημεία, όσο και το φως, με προβολείς που κατεύθυναν το φως πάνω στο συγκεντρωμένο πλήθος, ανάλογα με την ανάπτυξη της μουσικής ή και βάση μαθηματικών νόμων. Στη διάχυση του φωτός στο χώρο αντιστοιχούσε η ανάπτυξη των ηχητικών «συμπάντων» ή «γαλαξιών» του Ξενάκη στο χρόνο. Τα Πολύτοπα έπαιρναν το όνομά τους από την τοποθεσία στην οποία λάμβαναν χώρα, με πιο γνωστά τα Πολύτοπα του Μόντρεαλ (1967), της Περσέπολης (1971), του Κλουνί (1972) και των Μυκηνών (Μυκήνες Α, 1978). Στο Πολύτοπο των Μυκηνών, στις ηχητικές πηγές συμπεριλαμβάνονταν και φυσικοί ήχοι, αφού είχαν επιστρατευτεί για το σκοπό αυτό κοπάδια προβάτων της περιοχής.

Ο Ξενάκης, πέραν των μουσικών του έργων, έγινε διάσημος και με τα άρθρα του στο περιοδικό Gravesaner Blätter που τοποθετούνταν εναντίον του ολικού σειραϊσμού και απέρριπταν την τάση να αντιμετωπίζεται ο ήχος σαν μεμονωμένοι φθόγγοι. Το συγκεκριμένο περιοδικό εκδιδόταν από το μαέστρο Herman Scherchen, με τον οποίο ο Ξενάκης γνωρίστηκε το 1954 και ήταν ο πρώτος από μια σειρά μαέστρων που ειδικεύτηκαν στη μουσική του.

Το 1961 ίδρυσε στο Παρίσι την Ομάδα Μαθηματικών και Αυτοματισμού στη Μουσική, το EMAMu. Από τότε, ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο δίνοντας μαθήματα και παρουσιάζοντας νέα έργα. Το 1965 έγινε Γάλλος υπήκοος. Από το 1967 ως το 1972 δίδαξε στο πανεπιστήμιο της Ιντιάνα στο Μπλούμινγκτον της Αμερικής. Το 1974, με τη μεταπολίτευση στην Ελλάδα, του δόθηκε αμνηστία και έτσι μπόρεσε να επισκεφθεί την πατρίδα του μετά από 27 χρόνια. Έχει τιμηθεί με πάμπολλες διακρίσεις: το 1983 εκλέχτηκε μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας, το 1986 τιμήθηκε από τη Γαλλική κυβέρνηση με το παράσημο του Χρυσού Σταυρού της Λεγεώνας της Τιμής και του απονεμήθηκε το βραβείο Τεχνών και Ανθρωπιστικών Επιστημών Κιότο.

Ο Ξενάκης πέθανε τα ξημερώματα της 4ης Φεβρουαρίου 2001, σε ηλικία 78 ετών, μετά από μακρόχρονες περιπέτειες με την υγεία του. Η σορός του αποτεφρώθηκε στην υπόγεια κρύπτη του κοιμητηρίου Περ Λασέζ στο Παρίσι χωρίς θρησκευτική τελετή, σύμφωνα με την τελευταία του επιθυμία.

(Fotis Mousoulides, «Η πυθαγόρεια παράδοση στο έργο του Ιάννη Ξενάκη», (διδακτορική διατριβή, Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, 2014), 218-222, Academia.edu, ημερ. πρόσβασης 16 Νοεμβρίου 2021, https://bit.ly/3Fj9ajd)

Έργα για σαξόφωνο

XAS (1987)
TOP